Ο διαιτητής και η αδικία

Posted by jmthinkplus 18/03/2020 0 Comment(s)

Κάθε παιχνίδι για να μπορεί να διεξαχθεί έχει κάποιους κανόνες που πρέπει να υπακούουν όλοι οι παίκτες. Οι κανόνες θέτουν τα όρια, που κάθε μέλος της ομάδας πρέπει να ακολουθήσει. Διατηρούν το «δίκαιο» καθώς το κρίσιμο στοιχείο της ομορφιάς ενός παιχνιδιού είναι να διατηρηθεί η αντικειμενικότητα του. Αυτό είναι ένα στοιχείο ζωτικής σημασίας, χαρακτηριστικό του πνεύματος που πρέπει να ακολουθεί το παιχνίδι. Οι παίχτες, με σεβασμό στο άθλημα αλλά και στους συναθλητές τους πρέπει να τους εφαρμόζουν.

Τι γίνεται όμως όταν κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει;

 

Τότε εμφανίζονται οι διαιτητές. Είναι αυτοί που επιτηρούν και ρυθμίζουν τη δίκαιη διεξαγωγή ενός παιχνιδιού ή ενός αγώνα, σύμφωνα με τους κανόνες που έχουν εκ των προτέρων τεθεί. Θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε ως τους “αξιωματούχους” του αγώνα.

Η ακεραιότητα των νόμων και οι διαιτητές που τους εφαρμόζουν, πρέπει πάντα να προστατεύονται και να είναι σεβαστοί.

 

Όλοι αυτοί που έχουν πόστα, θέσεις, σε διάφορες ομάδες, ειδικά οι προπονητές και οι αρχηγοί των ομάδων, έχουν σαφή ευθύνη να σέβονται τους “αξιωματούχους” του αγώνα και τις αποφάσεις τους.

Ένα ομαδικό άθλημα, όπως για παράδειγμα το ποδόσφαιρο, μπορεί να θεωρηθεί ως μια

μικρογραφία της κοινωνίας μας. Φιλικές, ακόμα και αδελφικές σχέσεις κάνουν την εμφάνισή τους. Οι ομάδες θεωρούνται οικογένειες, ο προπονητής παίρνει την θέση του πατέρα, που πρέπει να είναι σεβαστός απ΄ όλους και τα διάχυτα συναισθήματα στην περίπτωση νίκης ή ήττας της ομάδας, κατακλύζουν τους παίχτες.

Και τα πράγματα είναι καλά όταν ανήκεις στην ομάδα νικητών. Τι γίνεται όμως όταν ανήκεις στην ομάδα των ηττημένων; Είναι γεγονός ότι η αποδοχή της ήττας είναι μια δύσκολη διαδικασία και η εύκολη λύση είναι η απόδοση ευθυνών σε τρίτους. Στον χώρο του αθλητισμού το τρίτο πρόσωπο είναι συνήθως οι διαιτητής. Η ήττα μας, ήταν αποτέλεσμα της αδικίας που διέπραξε ο διαιτητής ενάντιων μας. Δεν ευθυνόταν ούτε το γεγονός ότι μπορεί να μην ήμασταν κατάλληλα προετοιμασμένοι, ούτε το ότι απλά η αντίπαλη ομάδα μπορεί να ήταν απλά καλύτερη μας. Και μπορεί πράγματι ο διαιτητής να μας αδίκησε και η διαμαρτυρία μας να είναι δικαιολογημένη.

Τι γίνεται όμως όταν η αδικία δεν αφορά εμάς, αλλά την αντίπαλη ομάδα;

Ο Louis Dumur έλεγε ότι: «Μία αδικία από την οποία κερδίζουμε εμείς, ονομάζεται τύχη. Μία αδικία από την οποία επωφελείται κάποιος άλλος, ονομάζεται σκάνδαλο» 

Είναι αποδεδειγμένο πολλάκις πως δεν μπορούμε να το αποφύγουμε την αδικία, άρα δεν

είναι λάθος να το θεωρήσουμε και ως συστατικό γνώρισμα της εσωτερικής μας λειτουργικότητας. Η αδικία μπορεί να προέλθει από δόλο. Μπορεί, όμως, να προκύψει είτε

από αβλεψία, είτε από λάθος εκτιμήσεις κάποιων φάσεων. Δυστυχώς όμως, όταν μια αδικία μας ευνοεί δεν μας ενδιαφέρει η μεριά του αδικημένου. Σκεφτόμαστε μόνο τον εαυτό μας. Αν όμως η αδικία γίνει σε βάρος μας, θα φέρουμε τον κόσμο ανάποδα για να διορθωθεί η κατάσταση και να τιμωρηθούν όσοι μας αδίκησαν. Οξύμωρο. Αλλά αληθινό.

Γιατί η χειρότερη μορφή αδικίας είναι να θεωρείς δίκαιο το άδικο.

 

Ο περιορισμός της δημόσιας και της μόνιμης γκρίνιας, δεν μπορεί ποτέ προφανώς να λύσει τα προβλήματα

μιας ομάδας. Μπορεί όμως να αποτελέσει μια εξαιρετική ευκαιρία για μια νέα, καλύτερη

αρχή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ακόμα, ότι πρωταγωνιστής σε ένα παιχνίδι δεν πρέπει να είναι ο διαιτητής, αλλά ο αθλητής. Ένας αθλητής που θα λειτουργεί με βάση τους κανόνες κάθε αθλήματος και θα υποστηρίζει τον ρόλο του διαιτητή.

Οι έννοιες κανόνας, όρια, διαιτητής είναι απαραίτητες για κάθε ομαλή διεξαγωγή, οποιουδήποτε παιχνιδιού. Ο διαιτητής βρίσκεται στον αγωνιστικό χώρο για να προσφέρει και να φέρει εις πέρας ένα αξιόλογο, έγκυρο και εποικοδομητικό έργο το οποίο είναι συνυφασμένο με την εκπλήρωση των καθηκόντων του.